Догану грецькою
Переклад: догану, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
παραινώ, ψέγω, νουθετώ, μέμψη, κατακρίνω, επίπληξη, επίπληξης, της επίπληξης, για επίπληξη
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: догану
догану вчителю, зняти догану, винести догану, догану мовний словник грецька, догану грецькою
Переклади
- догадуватися грецькою - κατανοώ, καταλαβαίνω, υποθέτω, εικασία, μαντέψει, μαντέψετε, μαντέψουν
- догана грецькою - παραινώ, ερπετό, κατακρίνω, μέμψη, νουθετώ, ψέγω, επίπληξη, ...
- догляд грецькою - μεταχείριση, απόκλιση, φροντίδα, αποχώρηση, αβλεψία, παράλειψη, προσοχή, ...
- доглядальниця грецькою - βάγια, νοσοκόμα, νοσηλευτή, νοσηλεύτρια, τη νοσοκόμα, η νοσοκόμα
Випадкові слова
Догану грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: παραινώ, ψέγω, νουθετώ, μέμψη, κατακρίνω, επίπληξη, επίπληξης, της επίπληξης, για επίπληξη
Переклади: παραινώ, ψέγω, νουθετώ, μέμψη, κατακρίνω, επίπληξη, επίπληξης, της επίπληξης, για επίπληξη