Probít v řečtině
Překlad: probít, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
μαχαιρώνω, διατρυπώ, διακοπή, διάσπαση, θραύση, διάλειμμα, σπάσιμο
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: probít
probít antonyma, probít gramatika, probít křížovka, probít pravopis, probít se, probít jazykový slovník řečtina, probít v řečtině
Překlady
- probíjející v řečtině - διαπεραστικός, διάτρηση, τρύπημα, piercing, διάτρησης, τη διάτρηση
- probíjení v řečtině - διαπεραστικός, Drifting, Περιπλάνηση, Παρασύρονται, αιωρούμενη, παρασύρεται
- proběhnout v řečtině - κυκλοφορώ, περνώ, πέρασμα, στενά, τρέχει μέσα, διατρέχουν, τρέχει μέσα από, ...
- procedit v řečtině - φιλτράρω, διασταλάζω, διηθηθεί, διηθηθούν, διηθούνται μέσω της στήλης
Náhodná slova
Probít v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: μαχαιρώνω, διατρυπώ, διακοπή, διάσπαση, θραύση, διάλειμμα, σπάσιμο
Překlady: μαχαιρώνω, διατρυπώ, διακοπή, διάσπαση, θραύση, διάλειμμα, σπάσιμο