Liquidar em grego
Tradução: liquidar, Dicionário: português » grego
Linguagem de origem:
português
Linguagem alvo:
grego
Traduções:
αποκλείω, εξαλείφω, εκκαθαρίζω, ρευστοποιώ, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση
Palavras relacionadas
Outras línguas
Palavras relacionadas: liquidar
liquidar em execução de sentença, liquidar credito habitação, liquidar ppr, liquidar imposto de selo, liquidar credito automovel, liquidar dicionário de língua grego, liquidar em grego
Traduções
- linhas em grego - παρατάσσω, επενδύω, γραμμή, ρυτίδα, γραμμές, γραμμών, σειρές, ...
- linho em grego - λινός, κλινοσκεπάσματα, γλωσσολόγος, γλωσσομαθής, λινό, σεντόνια, λευκά είδη, ...
- lisboa em grego - ψεύδισμα, ψευδίζω, τραυλισμός, Λισαβόνα, Λισαβόνας, Λισσαβώνας, της Λισαβόνας, ...
- liso em grego - λείος, ισοπεδώνω, σαλιγκάρι, διαμέρισμα, επίπεδος, ισιώνω, ομαλή, ...
Palavras aleatórias
Liquidar em grego - Dicionário: português » grego
Traduções: αποκλείω, εξαλείφω, εκκαθαρίζω, ρευστοποιώ, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση
Traduções: αποκλείω, εξαλείφω, εκκαθαρίζω, ρευστοποιώ, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση