Уклончивия на гръцки език
Превод: уклончивия, Речник: български » гръцки
Изходен език:
български
Целеви език:
гръцки
Преводи:
ασύλληπτος, φευγαλέος, αμφίλογος, υπεκφυγές, αποφυγής, αόριστες, για ακινητοποίηση
Други езици
Свързани думи: уклончивия
уклончивия езиков речник гръцки, уклончивия на гръцки език
Преводи
- указател на гръцки език - φλας, πίνακας, δείκτης, δείκτη, δείκτη του, δείκτης του, το δείκτη
- уклон на гръцки език - παρέκκλιση, απόκλιση, απόκλισης, αποκλίσεις
- украсата на гръцки език - διακοσμώ, διακόσμηση, διακόσμησης, τη διακόσμηση, διάκοσμο, διακοσμήσεων
- украшение на гръцки език - στολισμός, στολίδι, κόσμημα, διακόσμηση, διακοσμητικό, διακοσμήσεων
Случайни думи
Уклончивия на гръцки език - Речник: български » гръцки
Преводи: ασύλληπτος, φευγαλέος, αμφίλογος, υπεκφυγές, αποφυγής, αόριστες, για ακινητοποίηση
Преводи: ασύλληπτος, φευγαλέος, αμφίλογος, υπεκφυγές, αποφυγής, αόριστες, για ακινητοποίηση