Абвяшчаць на грэцкай
Пераклад: абвяшчаць, Слоўнік: беларуская » грэцкая
Зыходная мова:
беларуская
Мова перакладу:
грэцкая
Пераклады:
ειδοποιώ, συνιστώ, γνωστοποιώ, σπρώχνω, διαφημίζω, συμβουλεύω, στενός, προφέρω, ανακοινώνω, ενδόμυχος, σπρώξιμο, οικείος, αποφαίνομαι, δηλώνω, διακηρύξει, διακηρύσσουν, διακηρύξουν, διακηρύξουμε, διακηρύσσει
Словы з сходным значэннем
Іншыя мовы
Словы з сходным значэннем: абвяшчаць
абвяшчаць слоўнік мовы грэцкая, абвяшчаць на грэцкай
Пераклады
- абалонка на грэцкай - φάκελος, περιτύλιγμα, κέλυφος, κοχύλι, κελύφους, περίβλημα, shell
- абараняць на грэцкай - υπερασπίζω, ασπίδα, αποκλεισμός, προστατεύω, ενισχύω, υπερασπίζομαι, κατοχυρώνω, ...
- абед на грэцкай - μεσημεριανό, ώρα του μεσημεριανού, ώρα του γεύματος, την ώρα του μεσημεριανού, ώρα του φαγητού, την ώρα του γεύματος
- абза на грэцкай - κρόσσι, ρέλι, παρυφές, φράντζα, ούγια, άκρη, χείλος, ...
Выпадковыя словы
Абвяшчаць на грэцкай - Слоўнік: беларуская » грэцкая
Пераклады: ειδοποιώ, συνιστώ, γνωστοποιώ, σπρώχνω, διαφημίζω, συμβουλεύω, στενός, προφέρω, ανακοινώνω, ενδόμυχος, σπρώξιμο, οικείος, αποφαίνομαι, δηλώνω, διακηρύξει, διακηρύσσουν, διακηρύξουν, διακηρύξουμε, διακηρύσσει
Пераклады: ειδοποιώ, συνιστώ, γνωστοποιώ, σπρώχνω, διαφημίζω, συμβουλεύω, στενός, προφέρω, ανακοινώνω, ενδόμυχος, σπρώξιμο, οικείος, αποφαίνομαι, δηλώνω, διακηρύξει, διακηρύσσουν, διακηρύξουν, διακηρύξουμε, διακηρύσσει