Лёгкi на грэцкай

Пераклад: лёгкi, Слоўнік: беларуская » грэцкая

Зыходная мова:
беларуская
Мова перакладу:
грэцкая
Пераклады:
εύθραυστος, αραιός, ψιλός, ξανθός, λεπτός, μικρός, προσβάλλω, φωτίζω, επιπόλαιος, λιγνός, ανάβω, φωτερός, ελαφρύς, ισχνός, αραιώνω, θίγω, εύκολος, εύκολη, εύκολο, εύκολα, πιο εύκολη
Лёгкi на грэцкай
Словы з сходным значэннем
Іншыя мовы

Словы з сходным значэннем: лёгкi

лёгкi слоўнік мовы грэцкая, лёгкi на грэцкай

Пераклады

  • ля на грэцкай - πλευρά, μεριά, στο, κατά, στη, σε, στην
  • лямпа на грэцкай - λάμπα, βαλβίδα, λυχνία, φανός, λαμπτήρα, φανού
  • лёгкае на грэцкай - πνεύμονας, πνεύμονα, του πνεύμονα, πνευμόνων, των πνευμόνων
  • лёд на грэцкай - πάγος, γυαλί, αντικατοπτρίζω, ποτήρι, καθρέφτης, τζάμι, πάγου, ...
Выпадковыя словы
Лёгкi на грэцкай - Слоўнік: беларуская » грэцкая
Пераклады: εύθραυστος, αραιός, ψιλός, ξανθός, λεπτός, μικρός, προσβάλλω, φωτίζω, επιπόλαιος, λιγνός, ανάβω, φωτερός, ελαφρύς, ισχνός, αραιώνω, θίγω, εύκολος, εύκολη, εύκολο, εύκολα, πιο εύκολη