Скончыць на грэцкай

Пераклад: скончыць, Слоўнік: беларуская » грэцкая

Зыходная мова:
беларуская
Мова перакладу:
грэцкая
Пераклады:
παύω, περατώνω, κολλητός, αποπνιχτικός, λήγω, πηγαίνω, ολοκληρώνω, κοντά, τελειώνω, τερματισμός, πνιγηρός, ολόκληρος, τέλος, καταλήγουν, καταλήξουν, καταλήξετε, καταλήξουμε, καταλήγουν να
Скончыць на грэцкай
Словы з сходным значэннем
Іншыя мовы

Словы з сходным значэннем: скончыць

скончыць слоўнік мовы грэцкая, скончыць на грэцкай

Пераклады

  • скакаць на грэцкай - πηδώ, σταγόνα, άνοιξη, χοροπηδώ, ρανίδα, αναπηδώ, μειώνομαι, ...
  • склеп на грэцкай - υπόγειο, κελάρι, κάβα, το κελάρι, κελάρι του
  • скура на грэцкай - γδέρνω, κόβω, προβιά, δέρμα, κέλυφος, δερμάτινος, κρύβομαι, ...
  • слабы на грэцкай - φίνος, αδύναμος, εύθραυστος, λεπτός, μαλθακός, αδύνατος, αδύναμη, ...
Выпадковыя словы
Скончыць на грэцкай - Слоўнік: беларуская » грэцкая
Пераклады: παύω, περατώνω, κολλητός, αποπνιχτικός, λήγω, πηγαίνω, ολοκληρώνω, κοντά, τελειώνω, τερματισμός, πνιγηρός, ολόκληρος, τέλος, καταλήγουν, καταλήξουν, καταλήξετε, καταλήξουμε, καταλήγουν να