Úřadovna v řečtině
Překlad: úřadovna, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
πρακτορείο, γραφείο, θώκος, υπηρεσία, επιμελητήρια, θαλάμους, θάλαμοι, θαλάμων, επιμελητηρίων
Jiné jazyky
Příbuzná slova: úřadovna
evropská úřadovna who, úřadovna antonyma, úřadovna gestapa, úřadovna gramatika, úřadovna křížovka, úřadovna jazykový slovník řečtina, úřadovna v řečtině
Překlady
- účtování v řečtině - χρέωσης, τιμολόγησης, τιμολόγηση, χρέωση, χρέωσής
- úřad v řečtině - θώκος, τοποθεσία, πρακτορείο, επιβιβάζομαι, ραντεβού, υπηρεσία, σανίδα, ...
- úřední v řečtině - επίσημος, αξιωματικός, επίσημες, επίσημη, επίσημων, επίσημο
- úředník v řečtině - στέλεχος, αξιωματικός, ειρηνοδίκης, υπάλληλος, επίσημος, δικαστής, επίσημες, ...
Náhodná slova
Úřadovna v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: πρακτορείο, γραφείο, θώκος, υπηρεσία, επιμελητήρια, θαλάμους, θάλαμοι, θαλάμων, επιμελητηρίων
Překlady: πρακτορείο, γραφείο, θώκος, υπηρεσία, επιμελητήρια, θαλάμους, θάλαμοι, θαλάμων, επιμελητηρίων