Úrodný v řečtině

Překlad: úrodný, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
καρποφόρος, πλούσιος, άφθονος, γόνιμος, αγαθός, παραγωγικός, καλός, εύφορος, εύφορη, γόνιμο, εύφορο
Úrodný v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: úrodný

úrodný antonyma, úrodný gramatika, úrodný kompost, úrodný křížovka, úrodný polmesiac, úrodný jazykový slovník řečtina, úrodný v řečtině

Překlady

  • úroda v řečtině - παραγωγή, τρύγος, κουρεύω, θερίζω, σοδειά, καλλιέργεια, συγκομιδή, ...
  • úrodnost v řečtině - ευφορία, γονιμότητα, ευγονία, γονιμότητας, τη γονιμότητα, της γονιμότητας, γονιμότητα του
  • úrok v řečtině - επιτόκιο, ενδιαφέρον, τόκος, ενδιαφέροντος, συμφέρον, συμφέροντος
  • úroveň v řečtině - βαθμός, βαθμίδα, βαθμολογώ, επίπεδο, πτυχίο, κατατάσσω, επιπέδου, ...
Náhodná slova
Úrodný v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: καρποφόρος, πλούσιος, άφθονος, γόνιμος, αγαθός, παραγωγικός, καλός, εύφορος, εύφορη, γόνιμο, εύφορο