Činčila v řečtině
Překlad: činčila, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
καλλίμαλο ζώο της Νότιας Αμερικής, τσιντσιλά, chinchilla, σινσιλά, σε τσιντσιλά
Jiné jazyky
Příbuzná slova: činčila
perská činčila, činčila antonyma, činčila bílá, činčila cena, činčila chov, činčila jazykový slovník řečtina, činčila v řečtině
Překlady
- činorodost v řečtině - ευκινησία, ευελιξία, την ευκινησία, ευελιξίας, την ευελιξία
- činorodý v řečtině - εποικοδομητικός, ενεργός, ενεργό, δραστική, ενεργού, δραστικών
- činění v řečtině - μαύρισμα, μαυρίσματος, δέψη, δεψικά, δέψης
- činže v řečtině - ενοικιάζω, νοίκι, ενοίκιο, μίσθωμα, ενοικίαση, ενοικίου, μισθώματος
Náhodná slova
Činčila v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: καλλίμαλο ζώο της Νότιας Αμερικής, τσιντσιλά, chinchilla, σινσιλά, σε τσιντσιλά
Překlady: καλλίμαλο ζώο της Νότιας Αμερικής, τσιντσιλά, chinchilla, σινσιλά, σε τσιντσιλά