Řídící v řečtině
Překlad: řídící, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
διευθυντικός, κατευθυντήριος, κατεύθυνσης, κατευθυντική, κατευθυντικό, κατευθύνσεων
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: řídící
řídící antonyma, řídící gramatika, řídící jednotka, řídící jednotka motoru, řídící jednotky, řídící jazykový slovník řečtina, řídící v řečtině
Překlady
- řídkost v řečtině - αραιότητας, ελάχιστες αναφορές, σπανιότητα, πενιχρά, αραιή αναπαράσταση
- řídký v řečtině - αραιώνω, λιγνός, σπάνιος, αραιός, ψιλός, σποραδικός, λεπτός, ...
- řídítka v řečtině - τιμόνι, τιμόνια, το τιμόνι, χειρολαβές, τιμονιού
- říhat v řečtině - ρέψιμο, βρίζω, ρευτούν, ρέει η, belch
Náhodná slova
Řídící v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: διευθυντικός, κατευθυντήριος, κατεύθυνσης, κατευθυντική, κατευθυντικό, κατευθύνσεων
Překlady: διευθυντικός, κατευθυντήριος, κατεύθυνσης, κατευθυντική, κατευθυντικό, κατευθύνσεων