Řídký v řečtině

Překlad: řídký, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
αραιώνω, λιγνός, σπάνιος, αραιός, ψιλός, σποραδικός, λεπτός, λεπτό, λεπτή, λεπτής, λεπτές
Řídký v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: řídký

řídký antonyma, řídký bílek, řídký bílý výtok, řídký ejakulát, řídký gramatika, řídký jazykový slovník řečtina, řídký v řečtině

Překlady

  • řídit v řečtině - ξεναγός, εφαρμόζω, διατάζω, πιλότος, συμπεριφορά, φέρσιμο, σκηνοθετώ, ...
  • řídkost v řečtině - αραιότητας, ελάχιστες αναφορές, σπανιότητα, πενιχρά, αραιή αναπαράσταση
  • řídící v řečtině - διευθυντικός, κατευθυντήριος, κατεύθυνσης, κατευθυντική, κατευθυντικό, κατευθύνσεων
  • řídítka v řečtině - τιμόνι, τιμόνια, το τιμόνι, χειρολαβές, τιμονιού
Náhodná slova
Řídký v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: αραιώνω, λιγνός, σπάνιος, αραιός, ψιλός, σποραδικός, λεπτός, λεπτό, λεπτή, λεπτής, λεπτές