Anachronický v řečtině
Překlad: anachronický, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
αναχρονιστικός, αναχρονιστική, αναχρονιστικό, αναχρονιστικές, αναχρονιστικών
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: anachronický
anachronický antonyma, anachronický gramatika, anachronický křížovka, anachronický pravopis, anachronický slovník, anachronický jazykový slovník řečtina, anachronický v řečtině
Překlady
- amputovat v řečtině - ακρωτηριάζω, ξεκόβω, αποκόπτω, ακρωτηριαστούν από, να ακρωτηριαστούν, ακρωτηριαστούν
- amulet v řečtině - φυλαχτό, φυλακτό, το φυλακτό, φυλακτού, φυλαχτό του
- anachronismus v řečtině - αναχρονισμός, αναχρονισμό, αναχρονιστικό, αναχρονιστική, αναχρονισμού
- analfabet v řečtině - αναλφάβητος, αγράμματος, αναλφάβητοι, αναλφάβητους, αναλφάβητο
Náhodná slova
Anachronický v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: αναχρονιστικός, αναχρονιστική, αναχρονιστικό, αναχρονιστικές, αναχρονιστικών
Překlady: αναχρονιστικός, αναχρονιστική, αναχρονιστικό, αναχρονιστικές, αναχρονιστικών