Aportovat v řečtině
Překlad: aportovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
ανακτώ, σώζω, επαναφέρω, ανάκτηση, ανακτήσετε, ανακτήσει, την ανάκτηση, να ανακτήσετε
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: aportovat
aportovat anglicky, aportovat antonyma, aportovat gramatika, aportovat křížovka, aportovat pravopis, aportovat jazykový slovník řečtina, aportovat v řečtině
Překlady
- apolitický v řečtině - απολιτική, απολιτικό, απολιτικός, απολιτικά, απολιτικοί
- apoplektický v řečtině - αποπληκτικός, αποπληκτικό, από αποπληκτικό, αποπληκτική, αποπληξία
- apostrof v řečtině - αποστροφή, απόστροφος, απόστροφο, αποστρόφου, την απόστροφο
- apostrofa v řečtině - αποστροφή, απόστροφος, απόστροφο, αποστρόφου, την απόστροφο
Náhodná slova
Aportovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: ανακτώ, σώζω, επαναφέρω, ανάκτηση, ανακτήσετε, ανακτήσει, την ανάκτηση, να ανακτήσετε
Překlady: ανακτώ, σώζω, επαναφέρω, ανάκτηση, ανακτήσετε, ανακτήσει, την ανάκτηση, να ανακτήσετε