Automobilista v řečtině
Překlad: automobilista, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
οδηγός, οδηγός αυτοκινήτου, οδηγό του αυτοκινήτου, αυτοκίνητο οδηγός, οδηγούς με σπορ
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: automobilista
automobilista antonyma, automobilista brasileiro, automobilista cardito, automobilista facebook, automobilista gazeta, automobilista jazykový slovník řečtina, automobilista v řečtině
Překlady
- automobil v řečtině - κούρσα, αυτοκίνητο, αυτοκινήτων, αυτοκινήτου, το αυτοκίνητο, αυτοκίνητό
- automobilismus v řečtině - οδήγηση, αυτοκίνησης, αυτοκίνηση, αυτοκινήτου, αυτοκινητιστών
- automobilový v řečtině - αυτοκίνητο, αυτοκίνητος, μοτέρ, κινητήρας, κινητήρα, με κινητήρα, οχημάτων
- autonomní v řečtině - αυτεξούσιος, ανεξάρτητος, αυτόνομος, αυτόνομη, αυτόνομων, αυτόνομα, αυτόνομες, ...
Náhodná slova
Automobilista v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: οδηγός, οδηγός αυτοκινήτου, οδηγό του αυτοκινήτου, αυτοκίνητο οδηγός, οδηγούς με σπορ
Překlady: οδηγός, οδηγός αυτοκινήτου, οδηγό του αυτοκινήτου, αυτοκίνητο οδηγός, οδηγούς με σπορ