Blokovat v řečtině
Překlad: blokovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
στηρίγματα, παρακωλύω, φραγμός, κλειδαριά, δυσχεραίνω, μπλοκ, κατηγορία, κατά κατηγορία, κατηγορίες, κατά κατηγορίες
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: blokovat
blokovat antonyma, blokovat facebook, blokovat gramatika, blokovat křížovka, blokovat pravopis, blokovat jazykový slovník řečtina, blokovat v řečtině
Překlady
- bližní v řečtině - γείτονας, γείτονα, γείτονά, πλησίον, γειτονική
- blok v řečtině - φραγμός, καπαρώνω, βιβλίο, στοίβα, συνασπισμός, σωρός, στοιβάζω, ...
- blokování v řečtině - φραγμός, στηρίγματα, Αποκλεισμός, Μπλόκο, φραγής, Ο αποκλεισμός, Φραγή
- blokáda v řečtině - στηρίγματα, φραγμός, αποκλεισμός, αποκλεισμό, αποκλεισμού, τον αποκλεισμό, παρεμπόδιση
Náhodná slova
Blokovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: στηρίγματα, παρακωλύω, φραγμός, κλειδαριά, δυσχεραίνω, μπλοκ, κατηγορία, κατά κατηγορία, κατηγορίες, κατά κατηγορίες
Překlady: στηρίγματα, παρακωλύω, φραγμός, κλειδαριά, δυσχεραίνω, μπλοκ, κατηγορία, κατά κατηγορία, κατηγορίες, κατά κατηγορίες