Cvičit v řečtině
Překlad: cvičit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
διδάσκω, εκπαιδεύω, τροχός, αμαξοστοιχία, τριβελίζω, ασκώ, άσκηση, σχολείο, εξασκώ, μορφώνω, τρένο, τραίνο, σταθμό, αμαξοστοιχίας
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: cvičit
cvičit anglicky, cvičit antonyma, cvičit břicho každý den, cvičit doma, cvičit gramatika, cvičit jazykový slovník řečtina, cvičit v řečtině
Překlady
- cvičení v řečtině - τροχός, πρακτική, άσκηση, τριβελίζω, ασκήσεις, ασκήσεων, τις ασκήσεις, ...
- cvičený v řečtině - έντεχνος, εκπαιδευμένο, εκπαιδεύονται, εκπαιδευμένοι, εκπαιδευτεί, εκπαιδευμένους
- cvičitel v řečtině - καθηγητής, προπονητής, καθηγήτρια, εκπαιδευτής, δασκάλα, δάσκαλος, γυμναστής, ...
- cvok v řečtině - ιπποτροφείο, κουμπί, καρφί, Loon, παλαβός, Λοόν, Λουν, ...
Náhodná slova
Cvičit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: διδάσκω, εκπαιδεύω, τροχός, αμαξοστοιχία, τριβελίζω, ασκώ, άσκηση, σχολείο, εξασκώ, μορφώνω, τρένο, τραίνο, σταθμό, αμαξοστοιχίας
Překlady: διδάσκω, εκπαιδεύω, τροχός, αμαξοστοιχία, τριβελίζω, ασκώ, άσκηση, σχολείο, εξασκώ, μορφώνω, τρένο, τραίνο, σταθμό, αμαξοστοιχίας