Dělat v řečtině

Překlad: dělat, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
εξαναγκάζω, εργάζομαι, φτιάχνω, κάνω, δουλεύω, εργασία, κατασκευάζω, δουλειά, έρχομαι, κάνει, κάνετε, κάνουμε, κάνουν
Dělat v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: dělat

co, co dělat, co dělat doma, co dělat když, co mám dělat, dělat jazykový slovník řečtina, dělat v řečtině

Překlady

  • děkovat v řečtině - αναγνωρίζω, κατανοώ, ευχαριστώ, εκτιμώ, ευχαριστήσω, ευχαριστήσω τον, ευχαριστούμε, ...
  • děkuji v řečtině - ευχαριστώ, σας ευχαριστώ, σας ευχαριστήσω, σας ευχαριστούμε, ευχαριστούμε
  • dělba v řečtině - κατανομή, διανομή, διαίρεση, τμήμα, διαίρεσης, καταμερισμό
  • dělenec v řečtině - μέρισμα, μερίσματος, μερισμάτων, μερίσματα, μερισματική
Náhodná slova
Dělat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: εξαναγκάζω, εργάζομαι, φτιάχνω, κάνω, δουλεύω, εργασία, κατασκευάζω, δουλειά, έρχομαι, κάνει, κάνετε, κάνουμε, κάνουν