Dalekosáhlý v řečtině
Překlad: dalekosáhlý, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
εκτεταμένος, διεξοδικός, σαρωτικός, εκτεταμένες, εκτεταμένη, μεγάλης εμβέλειας, ευρείες, βαθιές
Jiné jazyky
Příbuzná slova: dalekosáhlý
dalekosáhlý antonyma, dalekosáhlý gramatika, dalekosáhlý křížovka, dalekosáhlý pravopis, dalekosáhlý synonymum, dalekosáhlý jazykový slovník řečtina, dalekosáhlý v řečtině
Překlady
- daleko v řečtině - ευρέως, μακριά, παραπέρα, πλατέως, μακρύτερος, περαιτέρω, πολύ, ...
- dalekohled v řečtině - συμπτύσσω, τηλεσκόπιο, τηλεσκοπίου, το τηλεσκόπιο, του τηλεσκοπίου
- dalekozrakost v řečtině - πρεσβυωπία, υπερμετρωπία, διορατικότητα, farsightedness, το farsightedness
- dalekozraký v řečtině - προνοητικός, πρεσβυώπας, οξυδερκής, οξυκερδής, διορατική
Náhodná slova
Dalekosáhlý v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: εκτεταμένος, διεξοδικός, σαρωτικός, εκτεταμένες, εκτεταμένη, μεγάλης εμβέλειας, ευρείες, βαθιές
Překlady: εκτεταμένος, διεξοδικός, σαρωτικός, εκτεταμένες, εκτεταμένη, μεγάλης εμβέλειας, ευρείες, βαθιές