Dedikovat v řečtině
Překlad: dedikovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
αφιερώνω, αφιερώσει, αφιερώνουν, αφιερώσω, αφιερώσουν
Jiné jazyky
Příbuzná slova: dedikovat
dedikovat antonyma, dedikovat gramatika, dedikovat křížovka, dedikovat pravopis, dedikovat slovnik, dedikovat jazykový slovník řečtina, dedikovat v řečtině
Překlady
- decimovat v řečtině - καταστρέφω, αποδεκατίζω, εκμηδενίζω, αποδεκατίσει, αποδεκατίζουν, αποδεκατίσουν
- dedikace v řečtině - προσήλωση, αφιέρωση, επιγραφή, ένδειξη, επιγραφή που, επιγραφής, εγγραφή
- dedukce v řečtině - επαγωγή, συλλογιστικός, συμπεραίνω, συλλογισμός, έκπτωση, αφαίρεση, έκπτωσης, ...
- dedukovat v řečtině - συνάγω, εκπίπτω, συμπεραίνω, συναγωγή, συνάγοντας, συμπεραίνοντας, συναγάγουν, ...
Náhodná slova
Dedikovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: αφιερώνω, αφιερώσει, αφιερώνουν, αφιερώσω, αφιερώσουν
Překlady: αφιερώνω, αφιερώσει, αφιερώνουν, αφιερώσω, αφιερώσουν