Dohazovač v řečtině

Překlad: dohazovač, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
χρηματομεσίτης, μεσίτης, μεσάζοντας, προξενιτής, προξενητής, προξενήτρα, προξενητή, προξενήτρα για
Dohazovač v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: dohazovač

dohazovač 1997, dohazovač antonyma, dohazovač csfd, dohazovač film online, dohazovač gramatika, dohazovač jazykový slovník řečtina, dohazovač v řečtině

Překlady

  • dohad v řečtině - μαντεύω, εικασία, εικασίες, υπόθεση, εικασίας, συγκυρία
  • dohled v řečtině - παράλειψη, εξουσιάζω, φροντίδα, επιθεώρηση, έλεγχος, άποψη, ανακόπτω, ...
  • dohlednost v řečtině - ορατότητα, Προβολή, ορατότητας, της προβολής, Αποστολή Προβολή
Náhodná slova
Dohazovač v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: χρηματομεσίτης, μεσίτης, μεσάζοντας, προξενιτής, προξενητής, προξενήτρα, προξενητή, προξενήτρα για