Dojivý v řečtině
Překlad: dojivý, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
γαλακτώδης, γαλακτώδες, γαλακτώδη, γαλακτώδους, γαλακτώδες εναιώρημα
Jiné jazyky
Příbuzná slova: dojivý
dojivý antonyma, dojivý gramatika, dojivý křížovka, dojivý pravopis, dojivý synonymum, dojivý jazykový slovník řečtina, dojivý v řečtině
Překlady
- dojetí v řečtině - συναίσθημα, συγκίνηση, το συναίσθημα, συναισθήματα, συναισθήματος
- dojit v řečtině - αρμέγω, γάλα, γάλακτος, γαλακτοκομικών, το γάλα, του γάλακτος
- dojička v řečtině - γαλακτοπώλης, χωριατοπούλα, γαλακτοπώλισσα, κοπέλλα πού αρμέγει τις αγελάδες
- dojmout v řečtině - συγκίνηση, σαλεύω, επηρεάζω, πινελιά, κινώ, μετακομίζω, κίνηση, ...
Náhodná slova
Dojivý v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: γαλακτώδης, γαλακτώδες, γαλακτώδη, γαλακτώδους, γαλακτώδες εναιώρημα
Překlady: γαλακτώδης, γαλακτώδες, γαλακτώδη, γαλακτώδους, γαλακτώδες εναιώρημα