Dotace v řečtině
Překlad: dotace, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
υποτροφία, επίδομα, επιχορήγηση, προικοδότηση, χορηγώ, επιχορηγώ, επιδότηση, χάρισμα, χορήγηση, παραχώρηση, χορηγήσει, χορηγούν, χορηγεί
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: dotace
dotace 2013, dotace 2014, dotace antonyma, dotace eu, dotace eu 2014, dotace jazykový slovník řečtina, dotace v řečtině
Překlady
- dosvědčit v řečtině - μαρτυρώ, πιστοποιώ, μαρτυρούν, καταθέσει, καταθέσουν, καταθέτουν, πιστοποιούν
- dosáhnout v řečtině - διευθύνω, πινελιά, κατορθώνω, φτάνω, καταφέρω, φθάνω, επιτυγχάνω, ...
- dotaz v řečtině - ερώτημα, απαίτηση, ερώτηση, έρευνα, εξέταση, απαιτώ, ζητώ, ...
- dotazník v řečtině - ερωτηματολόγιο, ερωτηματολογίου, στο ερωτηματολόγιο, ερωτηματολόγιο που, ερωτηματολόγια
Náhodná slova
Dotace v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: υποτροφία, επίδομα, επιχορήγηση, προικοδότηση, χορηγώ, επιχορηγώ, επιδότηση, χάρισμα, χορήγηση, παραχώρηση, χορηγήσει, χορηγούν, χορηγεί
Překlady: υποτροφία, επίδομα, επιχορήγηση, προικοδότηση, χορηγώ, επιχορηγώ, επιδότηση, χάρισμα, χορήγηση, παραχώρηση, χορηγήσει, χορηγούν, χορηγεί