Dovézt v řečtině
Překlad: dovézt, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
εισάγω, φεριμπότ, παραδώσει, διατυπώνει, διατυπώνει τη, παρέχουν, προσφέρουν
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: dovézt
dovézt antonyma, dovézt auto, dovézt auto z německa, dovézt auto z usa, dovézt auto ze zahraničí, dovézt jazykový slovník řečtina, dovézt v řečtině
Překlady
- dovážet v řečtině - εισάγω, εισαγωγή, εισαγωγής, την εισαγωγή, εισαγωγών, εισαγωγές
- dovést v řečtině - διεξάγω, ακολουθία, αντεπεξέρχομαι, διαγωγή, καταφέρνω, γνωρίζω, συνοδεύω, ...
- doznat v řečtině - διακηρύσσω, εξομολογώ, κατέχω, της], εισάγω, ομολογώ, αγορεύω, ...
- doznání v řečtině - αναγνώριση, είσοδος, εξομολόγηση, παραδοχή, ομολογία, εισδοχή, αποδοχή, ...
Náhodná slova
Dovézt v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: εισάγω, φεριμπότ, παραδώσει, διατυπώνει, διατυπώνει τη, παρέχουν, προσφέρουν
Překlady: εισάγω, φεριμπότ, παραδώσει, διατυπώνει, διατυπώνει τη, παρέχουν, προσφέρουν