Dovoz v řečtině
Překlad: dovoz, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
χορήγηση, παρέχω, εισάγω, προμήθεια, παροχή, εισαγωγή, εισαγωγής, την εισαγωγή, εισαγωγών, εισαγωγές
Jiné jazyky
Příbuzná slova: dovoz
clo, dovoz alkoholu, dovoz anglie, dovoz antonyma, dovoz aut, dovoz jazykový slovník řečtina, dovoz v řečtině
Překlady
- dovolit v řečtině - αντέχω, ενοικιάζομαι, αφήνω, επιτρέπω, συγκατανεύω, υπομένω, άδεια, ...
- dovolovat v řečtině - παραδέχομαι, εισάγω, αφήνω, αποδέχομαι, άδεια, επιτρέπω, ανέχομαι, ...
- dovozné v řečtině - ναύλος, φορτωτικών, ναύλου, ναύλου τον
- dovozovat v řečtině - συμπεραίνομαι, προκαλώ, συμπεραίνω, τελειώνω, καταλήγω, συνάγω, συναγάγει, ...
Náhodná slova
Dovoz v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: χορήγηση, παρέχω, εισάγω, προμήθεια, παροχή, εισαγωγή, εισαγωγής, την εισαγωγή, εισαγωγών, εισαγωγές
Překlady: χορήγηση, παρέχω, εισάγω, προμήθεια, παροχή, εισαγωγή, εισαγωγής, την εισαγωγή, εισαγωγών, εισαγωγές