Eskontovat v řečtině
Překlad: eskontovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
έκπτωση, μείωση, σκόντο, προεξοφλημένων, προεξοφλούνται, προεξοφλημένη, μειωμένες
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: eskontovat
eskontovat antonyma, eskontovat gramatika, eskontovat křížovka, eskontovat pravopis, eskontovat směnku, eskontovat jazykový slovník řečtina, eskontovat v řečtině
Překlady
- eskamotér v řečtině - ταχυδακτυλουργός, ζογκλέρ, Juggler, ταχυδακτυλουργό, ταχυδακτυλουργό που
- eskont v řečtině - μείωση, έκπτωση, σκόντο, εκπτώσεων, επιστροφή, έκπτωσης, επιστροφής
- eskorta v řečtině - συνοδεύω, ακολουθία, καβαλιέρος, συνοδεία, συνοδός, συνοδείας, συνοδό, ...
- eskortovat v řečtině - συνοδεύω, ακολουθία, καβαλιέρος, συνοδεία, συνοδός, συνοδείας, συνοδό, ...
Náhodná slova
Eskontovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: έκπτωση, μείωση, σκόντο, προεξοφλημένων, προεξοφλούνται, προεξοφλημένη, μειωμένες
Překlady: έκπτωση, μείωση, σκόντο, προεξοφλημένων, προεξοφλούνται, προεξοφλημένη, μειωμένες