Fúzovat v řečtině
Překlad: fúzovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
συγχωνεύομαι, συγχωνεύω, αμαλγάμω, ενώνω, συγχωνεύσει, συνενώσει, συγχωνευθούν
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: fúzovat
fúzovat antonyma, fúzovat gramatika, fúzovat křížovka, fúzovat pravopis, fúzovat synonymum, fúzovat jazykový slovník řečtina, fúzovat v řečtině
Překlady
- fúrie v řečtině - στρίγγλα, λύσσα, μανία, οργή, μέγαιρα, διαβολογυναίκα, Hellcat
- fúze v řečtině - εδραίωση, συγχώνευση, σύντηξη, ένωση, συγκέντρωση, συγχώνευσης, συγκεντρώσεων, ...
- fňukat v řečtině - κλαψούρισμα, whimper, κλαψουρίζω, κλαυθμυρίζω
- fůra v řečtině - όραση, κάρο
Náhodná slova
Fúzovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: συγχωνεύομαι, συγχωνεύω, αμαλγάμω, ενώνω, συγχωνεύσει, συνενώσει, συγχωνευθούν
Překlady: συγχωνεύομαι, συγχωνεύω, αμαλγάμω, ενώνω, συγχωνεύσει, συνενώσει, συγχωνευθούν