Háklivý v řečtině
Překlad: háklivý, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
ωραίος, ευερέθιστος, εύθικτος, λεπτολόγος, τάση προς εμετό, σιχασιάρης, σιχασιάρηδες, σιχασιάρεις
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: háklivý
háklivý antonyma, háklivý gramatika, háklivý křížovka, háklivý pravopis, háklivý synonymum, háklivý jazykový slovník řečtina, háklivý v řečtině
Překlady
- hájit v řečtině - κατοχυρώνω, αγορεύω, υπερασπιστής, υποστηρικτής, εξακολουθώ, κρατώ, αμύνομαι, ...
- hák v řečtině - απατεώνας, κρεμάστρα, άγκιστρο, κακοποιός, γάντζος, γόμφος, αγκιστρώνω, ...
- hákovnice v řečtině - αρκεβούζια
- háv v řečtině - τήβεννος, ντύσιμο, χιτώνας, ρόμπα, αμφίεση, ένδυμα, ενδυμασία, ...
Náhodná slova
Háklivý v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: ωραίος, ευερέθιστος, εύθικτος, λεπτολόγος, τάση προς εμετό, σιχασιάρης, σιχασιάρηδες, σιχασιάρεις
Překlady: ωραίος, ευερέθιστος, εύθικτος, λεπτολόγος, τάση προς εμετό, σιχασιάρης, σιχασιάρηδες, σιχασιάρεις