Impregnovat v řečtině
Překlad: impregnovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
μουσκεύω, εμποτίζω, εμποτισμό, τον εμποτισμό, εμποτισμό του, τον εμποτισμό του, εμποτισμός
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: impregnovat
impregnovat antonyma, impregnovat boty, impregnovat bundu, impregnovat drevo, impregnovat gore tex, impregnovat jazykový slovník řečtina, impregnovat v řečtině
Překlady
- impotentní v řečtině - ανίκανος, ανίκανη, αδύναμοι, ανίσχυρη, ανίκανοι
- impregnace v řečtině - κορεσμός, γονιμοποίηση, εμπότιση, εμποτισμού, εμποτισμό, εμποτισμός
- impresionismus v řečtině - ιμπρεσιονισμός, ιμπρεσιονισμό, ιμπρεσιονισμού, τον ιμπρεσιονισμό, ιμπρεσσιονισμό
- impresionista v řečtině - ιμπρεσιονιστής, ιμπρεσιονιστικός, εμπρεσιονιστής, ιμπρεσσιονιστής, ιμπρεσσιονιστών, ιμπρεσιονιστή
Náhodná slova
Impregnovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: μουσκεύω, εμποτίζω, εμποτισμό, τον εμποτισμό, εμποτισμό του, τον εμποτισμό του, εμποτισμός
Překlady: μουσκεύω, εμποτίζω, εμποτισμό, τον εμποτισμό, εμποτισμό του, τον εμποτισμό του, εμποτισμός