Incestní v řečtině
Překlad: incestní, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
αιμομικτικός, αιμομικτικοί, αιμομικτική, αιμομικτικής, οι περιπτώσεις αιμομιξίας
Jiné jazyky
Příbuzná slova: incestní
incestní antonyma, incestní gramatika, incestní křížovka, incestní pravopis, incestní synonymum, incestní jazykový slovník řečtina, incestní v řečtině
Překlady
- imunizace v řečtině - ανοσοποίηση, ανοσοποίησης, την ανοσοποίηση, εμβολιασμού, ανοσοποιήσεως
- imunizovat v řečtině - διασφαλίζω, ανοσοποιώ, ανοσοποιούν, ανοσοποιεί, ανοσοποίηση
- indiferentní v řečtině - αδιάφορος, αδιάφορη, αδιάφοροι, αδιάφορο, αδιαφορεί
- indikace v řečtině - ένδειξη, ένδειξης, ενδείξεις, αναφορά, αναγραφή
Náhodná slova
Incestní v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: αιμομικτικός, αιμομικτικοί, αιμομικτική, αιμομικτικής, οι περιπτώσεις αιμομιξίας
Překlady: αιμομικτικός, αιμομικτικοί, αιμομικτική, αιμομικτικής, οι περιπτώσεις αιμομιξίας