Invalida v řečtině

Překlad: invalida, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
ανάπηρος, άκυρος, άκυρη, άκυρο, άκυρα, μη έγκυρη
Invalida v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: invalida

invalida antonyma, invalida aplieciba, invalida definicion, invalida del demonio, invalida dwg, invalida jazykový slovník řečtina, invalida v řečtině

Překlady

  • intuitivní v řečtině - διαισθητικός, διαισθητική, διαισθητικό, έξυπνο, έξυπνη, διαισθητικά
  • intuitivně v řečtině - διαισθητικά, ενστικτωδώς, διαισθητικό, διαίσθηση
  • invalidita v řečtině - ακυρότητα, αναπηρία, ανικανότητα, αναπηρίας, την αναπηρία, ανικανότητας, της αναπηρίας
  • invalidní v řečtině - ανάπηρος, ειδικές ανάγκες, αναπηρία, με ειδικές ανάγκες, με αναπηρία
Náhodná slova
Invalida v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: ανάπηρος, άκυρος, άκυρη, άκυρο, άκυρα, μη έγκυρη