Investovat v řečtině

Překlad: investovat, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
βάζω, τόπος, εξουσιοδοτούμαι, μέρος, τοποθετώ, διορίζομαι, επενδύω, επενδύσει, επενδύουν, επενδύσουν, επενδύει, να επενδύσουν
Investovat v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: investovat

do čeho investovat, investovat 100 000, investovat antonyma, investovat do bitcoinu, investovat do fondů, investovat jazykový slovník řečtina, investovat v řečtině

Překlady

  • investitura v řečtině - περιβολή, ανάληψη, ανάληψης, την ανάληψη, ανάληψη των
  • investor v řečtině - επενδυτής, επενδυτή, επενδυτών, των επενδυτών, επενδυτές
  • invokace v řečtině - επίκληση, επίκλησης, την επίκληση, επίκλησή
  • inzerát v řečtině - προσθήκη, διαφήμιση, καταχώρηση, διαφήμισης, η διαφήμιση, αγγελία, τη διαφήμιση
Náhodná slova
Investovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: βάζω, τόπος, εξουσιοδοτούμαι, μέρος, τοποθετώ, διορίζομαι, επενδύω, επενδύσει, επενδύουν, επενδύσουν, επενδύει, να επενδύσουν