Karamelizovat v řečtině
Překlad: karamelizovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
καραμελώσουν, καραμελλοποιούνται, καραμελώστε, καραμελοποιούν, καραμελώνουν
Jiné jazyky
Příbuzná slova: karamelizovat
jak zkaramelizovat, karamelizovat antonyma, karamelizovat cukor, karamelizovat gramatika, karamelizovat křížovka, karamelizovat jazykový slovník řečtina, karamelizovat v řečtině
Překlady
- karamel v řečtině - καραμέλλα, καραμέλα, καραμέλας, καραμελόχρωμα, καραμελέ
- karamela v řečtině - καραμέλα, είδος ζαχαροτού, toffee, ζαχαρωτά, καραμέλας βουτύρου, καραμέλα βουτύρου
- karanténa v řečtině - καραντίνα, απομόνωση, απομόνωσης, καραντίνας, υγειονομικής απομόνωσης
- karate v řečtině - καράτε, καρατέ, Karate, το καράτε, του καράτε
Náhodná slova
Karamelizovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: καραμελώσουν, καραμελλοποιούνται, καραμελώστε, καραμελοποιούν, καραμελώνουν
Překlady: καραμελώσουν, καραμελλοποιούνται, καραμελώστε, καραμελοποιούν, καραμελώνουν