Kočující v řečtině
Překlad: kočující, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
φερέοικος, πλανόδιος, περιοδεύων, πλανόδιο, πλανόδιο τρόπο, Άσκηση κατά πλανόδιο τρόπο
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: kočující
kočující antonyma, kočující gramatika, kočující křížovka, kočující matka, kočující pravopis, kočující jazykový slovník řečtina, kočující v řečtině
Překlady
- kočovník v řečtině - νομάς, νομάδων, νομαδική, νομαδικές
- kočovný v řečtině - μετανάστης, φερέοικος, νομαδικός, νομαδικές, νομαδική, νομαδικών, νομαδικό
- kočár v řečtině - πούλμαν, άμαξα, προπονητής, βαγόνι, προπονώ, μεταφορά, μεταφοράς, ...
- kočí v řečtině - νικώ, μαστιγώνω, μαστίζω, οδηγός, αμαξάς, αμαξά, άμαξας, ...
Náhodná slova
Kočující v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: φερέοικος, πλανόδιος, περιοδεύων, πλανόδιο, πλανόδιο τρόπο, Άσκηση κατά πλανόδιο τρόπο
Překlady: φερέοικος, πλανόδιος, περιοδεύων, πλανόδιο, πλανόδιο τρόπο, Άσκηση κατά πλανόδιο τρόπο