Kolaborant v řečtině
Překlad: kolaborant, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
τσιράκι, συνεργαζόμενος μετά των εχθρών της πατρίδος του, κουίσλινγκ, Quisling, Κουΐσλιγκ, δοσίλογων
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: kolaborant
kolaborant 2007, kolaborant antonyma, kolaborant definicja, kolaborant film, kolaborant gramatika, kolaborant jazykový slovník řečtina, kolaborant v řečtině
Překlady
- koktání v řečtině - τραυλίζω, ψελλίζω, τραύλισμα, stutter, τραυλίζουν, να κολλάει, Διακεκομμένος
- kolaborace v řečtině - συνεργασία
- kolaborovat v řečtině - συνεργάζομαι, συνεργάζονται, συνεργαστούν, συνεργαστεί, να συνεργάζονται
- kolchoz v řečtině - κολχόζ, kolkhoz, των κολχόζ, κολχόζ πραγματοποιούσαν, απόδοσης κολχόζ
Náhodná slova
Kolaborant v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: τσιράκι, συνεργαζόμενος μετά των εχθρών της πατρίδος του, κουίσλινγκ, Quisling, Κουΐσλιγκ, δοσίλογων
Překlady: τσιράκι, συνεργαζόμενος μετά των εχθρών της πατρίδος του, κουίσλινγκ, Quisling, Κουΐσλιγκ, δοσίλογων