Lákat v řečtině
Překlad: lákat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
επισύρω, έλκω, γνέφω, ζωγραφίζω, κράχτης, παρασύρω, δελεάζω, τραβώ, δόλωμα, δέλεαρ, θέλγητρο, γοητεία, δολώματος
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: lákat
lákat anglicky, lákat antonyma, lákat gramatika, lákat křížovka, lákat pravopis, lákat jazykový slovník řečtina, lákat v řečtině
Překlady
- lák v řečtině - τουρσί, pickle, τουρσιών, άλμη
- lákadlo v řečtině - δόλωμα, πειρασμός, δελεάζω, κράχτης, πειρασμό, πειρασμού, τον πειρασμό, ...
- lákavý v řečtině - θελκτικός, ελκυστικός, ορεκτικός, σαγηνευτικός, δελεαστικός, ελκυστική, ελκυστικό, ...
- lámat v řečtině - διάλλειμα, διαθλώ, διάλειμμα, αντεπίθεση, σπάζω, διακοπή, διάσπαση, ...
Náhodná slova
Lákat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: επισύρω, έλκω, γνέφω, ζωγραφίζω, κράχτης, παρασύρω, δελεάζω, τραβώ, δόλωμα, δέλεαρ, θέλγητρο, γοητεία, δολώματος
Překlady: επισύρω, έλκω, γνέφω, ζωγραφίζω, κράχτης, παρασύρω, δελεάζω, τραβώ, δόλωμα, δέλεαρ, θέλγητρο, γοητεία, δολώματος