Lámat v řečtině

Překlad: lámat, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
διάλλειμα, διαθλώ, διάλειμμα, αντεπίθεση, σπάζω, διακοπή, διάσπαση, θραύση, σπάσιμο
Lámat v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: lámat

lámat antonyma, lámat chleba, lámat gramatika, lámat hůl, lámat kolem, lámat jazykový slovník řečtina, lámat v řečtině

Překlady

  • lákat v řečtině - επισύρω, έλκω, γνέφω, ζωγραφίζω, κράχτης, παρασύρω, δελεάζω, ...
  • lákavý v řečtině - θελκτικός, ελκυστικός, ορεκτικός, σαγηνευτικός, δελεαστικός, ελκυστική, ελκυστικό, ...
  • lámavost v řečtině - εύθραυστο, ευθραυστότητα, την ευθραυστότητα, ευθραυστότητας, ευθραυστότητα λόγω
  • lámavý v řečtině - φίνος, λεπτός, αδύναμος, μαλθακός, εύθραυστος, εύθραυστο, εύθραυστη, ...
Náhodná slova
Lámat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: διάλλειμα, διαθλώ, διάλειμμα, αντεπίθεση, σπάζω, διακοπή, διάσπαση, θραύση, σπάσιμο