Lámavý v řečtině
Překlad: lámavý, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
φίνος, λεπτός, αδύναμος, μαλθακός, εύθραυστος, εύθραυστο, εύθραυστη, εύθραυστα, ευάλωτες, εύθραυστες
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: lámavý
lámaný kameň, lámavý antonyma, lámavý gramatika, lámavý křížovka, lámavý pravopis, lámavý jazykový slovník řečtina, lámavý v řečtině
Překlady
- lámat v řečtině - διάλλειμα, διαθλώ, διάλειμμα, αντεπίθεση, σπάζω, διακοπή, διάσπαση, ...
- lámavost v řečtině - εύθραυστο, ευθραυστότητα, την ευθραυστότητα, ευθραυστότητας, ευθραυστότητα λόγω
- láska v řečtině - αγάπη, στοργή, έρωτας, τρυφερότητα, αγαπώ, αρέσκεια, αγαπούν, ...
- láskyplný v řečtině - στοργικός, στοργική, στοργικό, στοργικοί, τρυφερή
Náhodná slova
Lámavý v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: φίνος, λεπτός, αδύναμος, μαλθακός, εύθραυστος, εύθραυστο, εύθραυστη, εύθραυστα, ευάλωτες, εύθραυστες
Překlady: φίνος, λεπτός, αδύναμος, μαλθακός, εύθραυστος, εύθραυστο, εύθραυστη, εύθραυστα, ευάλωτες, εύθραυστες