Lék v řečtině
Překlad: lék, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
επανορθώνω, φάρμακο, αλατίζω, καπνίζω, ιατρική, θεραπεύω, παστώνω, ναρκωτικό, αποκαθιστώ, ιατρικής, το φάρμακο, φαρμάκου
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: lék
konopí, lék antonyma, lék gramatika, lék křížovka, lék mms, lék jazykový slovník řečtina, lék v řečtině
Překlady
- lázeň v řečtině - βουτώ, μπανιέρα, λουτρό, μπάνιο, λουτρού, μπάνιου
- lázně v řečtině - λουτρό, μπάνιο, μπανιέρα, σπα, spa, υδρομασάζ, σπα του
- lékař v řečtině - ιατρός, γιατρός, γιατρό, το γιατρό, ο γιατρός, γιατρού
- lékařka v řečtině - ιατρός, γιατρός, γιατρό, το γιατρό, ο γιατρός, γιατρού
Náhodná slova
Lék v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: επανορθώνω, φάρμακο, αλατίζω, καπνίζω, ιατρική, θεραπεύω, παστώνω, ναρκωτικό, αποκαθιστώ, ιατρικής, το φάρμακο, φαρμάκου
Překlady: επανορθώνω, φάρμακο, αλατίζω, καπνίζω, ιατρική, θεραπεύω, παστώνω, ναρκωτικό, αποκαθιστώ, ιατρικής, το φάρμακο, φαρμάκου