Líc v řečtině
Překlad: líc, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
αντιμετωπίζω, αντικρίζω, κύρος, πρόσωπο, πρόσοψη, όψη, εμπροσθότυπο, εμπρόσθιων, εμπρόσθια, εμπρόσθια όψη
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: líc
líc antonyma, líc bankovky, líc euromincí, líc gramatika, líc klenby, líc jazykový slovník řečtina, líc v řečtině
Překlady
- líbezný v řečtině - καραμέλα, γλυκός
- líbivý v řečtině - καλός, αγαθός, ελκυστικός, ευχάριστος, ευχάριστο, ευχάριστη, παρακαλώντας, ...
- lícní v řečtině - όψη, εμπροσθότυπο, εμπρόσθιων, εμπρόσθια, εμπρόσθια όψη
- lícování v řečtině - ταίριασμα, αντιστοίχιση, ταιριάζουν, να ταιριάζουν, που να ταιριάζουν
Náhodná slova
Líc v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: αντιμετωπίζω, αντικρίζω, κύρος, πρόσωπο, πρόσοψη, όψη, εμπροσθότυπο, εμπρόσθιων, εμπρόσθια, εμπρόσθια όψη
Překlady: αντιμετωπίζω, αντικρίζω, κύρος, πρόσωπο, πρόσοψη, όψη, εμπροσθότυπο, εμπρόσθιων, εμπρόσθια, εμπρόσθια όψη