Lehkověrný v řečtině
Překlad: lehkověrný, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
στοργικός, μωρόπιστος, εύπιστος, ευκολόπιστος, τρυφερός, αφελείς, εύπιστους, αφελείς οι, εύπιστη
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: lehkověrný
lehkověrný antonyma, lehkověrný gramatika, lehkověrný křížovka, lehkověrný pravopis, lehkověrný synonymum, lehkověrný jazykový slovník řečtina, lehkověrný v řečtině
Překlady
- lehkost v řečtině - ευκολία, καταπραΰνω, λεπτότητα, άνεση, ελευθερία, ευχέρεια, ελαφρότητα, ...
- lehkovážný v řečtině - ελαφρόμυαλος, επιπόλαιος, καλόβολος, βολική, χαλαρός, βολικός, άνετος
- lehký v řečtině - μικρός, απλοϊκός, πράος, ήπιος, προσβάλλω, θίγω, ευάερος, ...
- lehátko v řečtině - ανάκλιντρο, ντιβάνι, καναπές, ξαπλώστρα, ξαπλώστρες, κήπου, lounger, ...
Náhodná slova
Lehkověrný v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: στοργικός, μωρόπιστος, εύπιστος, ευκολόπιστος, τρυφερός, αφελείς, εύπιστους, αφελείς οι, εύπιστη
Překlady: στοργικός, μωρόπιστος, εύπιστος, ευκολόπιστος, τρυφερός, αφελείς, εύπιστους, αφελείς οι, εύπιστη