Lichotit v řečtině
Překlad: lichotit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
κολακεύω, θωπεύω, καταπραΰνω, κολακεύει, κολακεύουν, πιο επίπεδη, επίπεδη, πιο επίπεδο
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: lichotit
jak lichotit, lichotit anglicky, lichotit antonyma, lichotit gramatika, lichotit klukovi, lichotit jazykový slovník řečtina, lichotit v řečtině
Překlady
- lichoběžník v řečtině - τραπέζιο, τραπεζοειδές, τραπεζοειδούς, τραπεζίου, τραπεζοειδή
- lichocení v řečtině - γαλιφιά, κολακεία, κολακείας, κολακείες, την κολακεία, η κολακεία
- lichotivý v řečtině - κολακευτικός, φιλοφρονητικός, κολακευτικό, κολακευτικά, κολακευτική, κολακεύει
- lichotka v řečtině - φιλοφρόνηση, γαλιφιά, κομπλιμέντο, συγχαρώ, κοπλιμέντο, έπαινο
Náhodná slova
Lichotit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: κολακεύω, θωπεύω, καταπραΰνω, κολακεύει, κολακεύουν, πιο επίπεδη, επίπεδη, πιο επίπεδο
Překlady: κολακεύω, θωπεύω, καταπραΰνω, κολακεύει, κολακεύουν, πιο επίπεδη, επίπεδη, πιο επίπεδο