Máčení v řečtině
Překlad: máčení, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
εμβάπτιση, Η εμβάπτιση, εμβάπτισης, αγωγή με εμβάπτιση, βυθίζοντας
Jiné jazyky
Příbuzná slova: máčení
máčení antonyma, máčení dřeva, máčení gramatika, máčení ječmene, máčení křížovka, máčení jazykový slovník řečtina, máčení v řečtině
Překlady
- mávat v řečtině - σαλεύω, κουνώ, κρεμιέμαι, πτερυγίζω, κύμα, κύματος, κυμάτων, ...
- mávání v řečtině - φτεροκοπώ, κύμα, πτερύγιο, πτερυγίου, καπάκι, πτερυγίων, φτερού
- máčet v řečtině - βρέχω, απόκρημνος, εμποτίζω, απότομος, μουσκεύω, απολαύστε, μουλιάσει, ...
- mé v řečtině - νάρκη, μεταλλείο, μου, My, δικό μου, Το δικό μου
Náhodná slova
Máčení v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: εμβάπτιση, Η εμβάπτιση, εμβάπτισης, αγωγή με εμβάπτιση, βυθίζοντας
Překlady: εμβάπτιση, Η εμβάπτιση, εμβάπτισης, αγωγή με εμβάπτιση, βυθίζοντας