Mířit v řečtině

Překlad: mířit, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
αιχμή, οδηγώ, κεφάλι, μόλυβδος, σκοπεύω, ηγούμαι, σκοπός, βλέψη, περιποιούμαι, σκηνοθετώ, λουρί, στίγμα, επιμελούμαι, φιλοδοξώ, αποβλέπω, δείχνω, στόχο, στόχος, σκοπό, στόχου
Mířit v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: mířit

jak mířit, mířit anglicky, mířit antonyma, mířit gramatika, mířit křížovka, mířit jazykový slovník řečtina, mířit v řečtině

Překlady

  • míření v řečtině - σκοπός, στόχο, στόχος, σκοπό, στόχου
  • mířidlo v řečtině - όραση, θέαμα, όψεως, θέα, όρασης
  • míšení v řečtině - μίξη, ανάμιξη, ανάμειξη, ανάμιξης, ανάμειξης
  • míšený v řečtině - Ημίαιμος, μισή το αίμα, το μισό του αίματος, μισό του αίματος του
Náhodná slova
Mířit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: αιχμή, οδηγώ, κεφάλι, μόλυβδος, σκοπεύω, ηγούμαι, σκοπός, βλέψη, περιποιούμαι, σκηνοθετώ, λουρί, στίγμα, επιμελούμαι, φιλοδοξώ, αποβλέπω, δείχνω, στόχο, στόχος, σκοπό, στόχου