Mastičkářství v řečtině
Překlad: mastičkářství, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
αγυρτεία, κομπογιαννιτισμού, αγυρτείας, τσαρλατανισμό, και κομπογιαννιτισμού
Jiné jazyky
Příbuzná slova: mastičkářství
mastičkářství antonyma, mastičkářství gramatika, mastičkářství křížovka, mastičkářství pravopis, mastičkářství synonymum, mastičkářství jazykový slovník řečtina, mastičkářství v řečtině
Překlady
- mastit v řečtině - γράσο, λιπαντικό, λαρδί, το λαρδί, λαρδιού, του saindoux, χοιρινό λίπος
- mastičkář v řečtině - κράζω, καμποτίνος, κομπογιαννίτης, quack, ψέυτικος, κουακ, κομπογιαννίτικη
- mastnost v řečtině - λιπαρότητα, λιπαρότητας, η λιπαρότητα, της λιπαρότητας
- mastnota v řečtině - λιπαντικό, χόνδρος, λίπος, γράσο, χοντρός, γράσου, λίπη, ...
Náhodná slova
Mastičkářství v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: αγυρτεία, κομπογιαννιτισμού, αγυρτείας, τσαρλατανισμό, και κομπογιαννιτισμού
Překlady: αγυρτεία, κομπογιαννιτισμού, αγυρτείας, τσαρλατανισμό, και κομπογιαννιτισμού