Moci v řečtině
Překlad: moci, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
μπορούσα, δύναμη, μπορώ, κουτί, να είναι σε θέση, είναι σε θέση, να μπορούν, να μπορεί, σε θέση
Jiné jazyky
Příbuzná slova: moci
dělba moci, krev v moci, mochigames, moci antonyma, moci gramatika, moci jazykový slovník řečtina, moci v řečtině
Překlady
- moc v řečtině - αυθεντία, κυριότερος, εξουσία, λικνίζομαι, πείθω, δύναμη, κύρος, ...
- mocenství v řečtině - σθένος, σθένους, το σθένος
- mocnitel v řečtině - εκθέτης, εκθέτη, εκφραστής, εκφραστή, εκθετικό
- mocnost v řečtině - δύναμη, κύρος, εξουσία, ισχύς, ισχύος, ισχύ
Náhodná slova
Moci v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: μπορούσα, δύναμη, μπορώ, κουτί, να είναι σε θέση, είναι σε θέση, να μπορούν, να μπορεί, σε θέση
Překlady: μπορούσα, δύναμη, μπορώ, κουτί, να είναι σε θέση, είναι σε θέση, να μπορούν, να μπορεί, σε θέση