Nahrnout v řečtině

Překlad: nahrnout, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
συρρέω, αγέλη, κοπάδι, χύστε, ρίχνουμε, ρίχνετε, χύσει, ρίξτε
Nahrnout v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: nahrnout

nahrnout antonyma, nahrnout gramatika, nahrnout křížovka, nahrnout pravopis, nahrnout synonymum, nahrnout jazykový slovník řečtina, nahrnout v řečtině

Překlady

  • nahrazovat v řečtině - αντικαθιστώ, αναπληρώνω, αναπληρωματικός, υποκαθιστώ, εξιλεώνομαι, αντικατάσταση, αντικαθιστώντας, ...
  • nahrazování v řečtině - αντικατάσταση, αντικαταστάτης, αντικατάστασης, την αντικατάσταση, υποκατάστασης, αντικαταστάσεως
  • nahromadit v řečtině - αποθησαυρίζω, συγκεντρώνομαι, συσσωρεύω, μαζεύομαι, προστίθεμαι, μάζα, στοιβάδα, ...
  • nahromadění v řečtině - συρροή, σύμπλεγμα, σύναξη, συναρμολόγηση, συσσώρευση, συσσωμάτωμα, συστοιχία, ...
Náhodná slova
Nahrnout v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: συρρέω, αγέλη, κοπάδι, χύστε, ρίχνουμε, ρίχνετε, χύσει, ρίξτε