Nalíčit v řečtině
Překlad: nalíčit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
πλαστός, πλαστογραφία, τοποθετώ, καθορισμένος, κάλπικος, βάφω, συνθέτουν, απαρτίζουν, αποτελούν, να αναπληρώσετε, συνιστούν
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: nalíčit
jak nalíčit oči, jak se nalíčit, nalíčit antonyma, nalíčit gramatika, nalíčit křížovka, nalíčit jazykový slovník řečtina, nalíčit v řečtině
Překlady
- nalít v řečtině - ενσταλάζω, εμπνέω, εμποτίσουν, εμποτίζουν, εγχύετε, εμποτιστεί
- nalíčení v řečtině - μακιγιάζ, makeup, το μακιγιάζ, καθρέφτη μακιγιάζ, μακιγιάζ των
- namalovat v řečtině - βάφω, χρώμα, μπογιά, ζωγραφίζω, ζωγραφίσει, ζωγραφίζει
- namastit v řečtině - χόνδρος, λίπος, χοντρός, εντρίβω
Náhodná slova
Nalíčit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: πλαστός, πλαστογραφία, τοποθετώ, καθορισμένος, κάλπικος, βάφω, συνθέτουν, απαρτίζουν, αποτελούν, να αναπληρώσετε, συνιστούν
Překlady: πλαστός, πλαστογραφία, τοποθετώ, καθορισμένος, κάλπικος, βάφω, συνθέτουν, απαρτίζουν, αποτελούν, να αναπληρώσετε, συνιστούν