Namáčení v řečtině
Překlad: namáčení, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
Το μούλιασμα, Η ενυδάτωση, Εμποτισμός, Διαποτισμός, μούλιασμα
Jiné jazyky
Příbuzná slova: namáčení
namáčení antonyma, namáčení gramatika, namáčení klíčení, namáčení křížovka, namáčení luštěnin, namáčení jazykový slovník řečtina, namáčení v řečtině
Překlady
- namáhat v řečtině - διηθώ, ζόρι, αγώνας, αγωνίζομαι, τεντώνω, στραμπουλίζω, τράβηγμα, ...
- namáhavý v řečtině - επίπονος, σκληρός, αλγεινός, βαρύς, ανήφορος, επαχθής, δύσκολος, ...
- namáčet v řečtině - βρέχω, μουσκεύω, εμποτίζω, απότομος, απόκρημνος, απότομη, απότομες, ...
- namíchat v řečtině - αναμιγνύω, ανακατεύω, ανακατώνω, επιδεινώνω, σύνθετος, μίγμα, μπερδεύω, ...
Náhodná slova
Namáčení v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: Το μούλιασμα, Η ενυδάτωση, Εμποτισμός, Διαποτισμός, μούλιασμα
Překlady: Το μούλιασμα, Η ενυδάτωση, Εμποτισμός, Διαποτισμός, μούλιασμα