Namířit v řečtině
Překlad: namířit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
καθοδηγώ, σκηνοθετώ, βλέψη, στίγμα, σκοπός, αιχμή, δείχνω, σκοπεύω, αποβλέπω, επισημαίνω, σημείο, σημείου, στοιχείο, το σημείο
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: namířit
namířit antonyma, namířit gramatika, namířit křížovka, namířit pravopis, namířit synonymum, namířit jazykový slovník řečtina, namířit v řečtině
Překlady
- namíchání v řečtině - μίξη, ανάμιξη, ανάμειξη, ανάμιξης, ανάμειξης
- namítat v řečtině - αντιτείνω, αντικείμενο, αντικειμένου, σκοπός, στόχος, αντικείμενο της
- naměřený v řečtině - μετράται, μετρούμενη, μετρηθεί, μετρώνται, μετριέται
- nanést v řečtině - προσχώνω, επαναθέτω, ίζημα, κατάθεση, κατάθεσης, καταθέσεων, προκαταβολή, ...
Náhodná slova
Namířit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: καθοδηγώ, σκηνοθετώ, βλέψη, στίγμα, σκοπός, αιχμή, δείχνω, σκοπεύω, αποβλέπω, επισημαίνω, σημείο, σημείου, στοιχείο, το σημείο
Překlady: καθοδηγώ, σκηνοθετώ, βλέψη, στίγμα, σκοπός, αιχμή, δείχνω, σκοπεύω, αποβλέπω, επισημαίνω, σημείο, σημείου, στοιχείο, το σημείο